ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΣΩΜΑ

ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΘΑΥΜΑ ΜΙΑ ΚΑΤΑΡΑ

Η ΑΜΑΡΙΣ ΤΙΙΝΙΣΜΑ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ 14 ΧΡΟΝΩΝ,

ΑΛΛΑ ΤΟ ΞΕΡΕΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟΝΔΗΠΟΤΕ.

Από τον Duncan Murrell

Amaris Tyynisma: Το ανθρώπινο σώμα είναι ένα θαύμα, το ανθρώπινο σώμα είναι μια κατάρα

Amaris Tyynismaa

Το ρυάκι ήταν βαλτώδες στο κάτω μέρος του, αλλά ο ουρανός ήταν καθαρός και ο καιρός του Νοεμβρίου ήταν αρκετά καλός για γρήγορο τρέξιμο. Κι αυτό ακριβώς είναι που έκανε ο Jordan van Druff. Ο 13χρονος με το δεμένο σώμα, είχε πάρει το προβάδισμα, αφήνοντας πίσω του τους καλύτερους 13χρονους και 14χρονους δρομείς μεγάλων αποστάσεων του Νότου. Ανέβαινε τον τελευταίο λόφο του αγώνα των 5 χιλιομέτρων προσεκτικά, κάνοντας δρόμο ανάμεσα στις πέτρες και τις ρίζες των φυτών, μέχρι που έφτασε κάτω και πλησίασε τον τερματισμό ακούγοντας τις φωνές των θαυμαστών και των προπονητών. Είχε τον απόλυτο έλεγχο, αλλά έμοιαζε φοβισμένος.

Πίσω του, κατέβαινε, σχεδόν πετώντας, την πλαγιά, σαν να μην υπήρχαν πέτρες ή φυτά, μία φιγούρα με μακριά, ξανθά μαλλιά. Η δρομέας επιτάχυνε, έχοντας τα μάτια της στην πλάτη του Jordan σαν να ήταν το θήραμά της. «Είναι κορίτσι. Είναι κορίτσι», είπε ένας από τους προπονητές. Ο κόσμος είχε στριμωχτεί στα κάγκελα για να την δει.

Το όνομά της ήταν Amaris Tyynismaa. Ήταν 13 ετών, ευκίνητη και ντυμένη με έντονο ροζ και πορτοκαλί. Σε κάθε της βήμα, έκοβε κομμάτια από το χώμα κι όσο πιο γρήγορα έτρεχε, τόσο πιο μεγάλος και εύκολος έμοιαζε ο δρασκελισμός της. Το πιο περίεργο από όλα ήταν ότι χαμογελούσε, αν και το τρέξιμο μεγάλων αποστάσεων είναι από αυτές τις ασκήσεις που προκαλούν οδύνη. Πολλά από τα αγόρια που προσπέρασε, την επευφήμησαν.

Εάν ο αγώνας ήταν 200 μέτρα μεγαλύτερος, μπορεί να τον είχε κερδίσει. Όταν πέρασε τον τερματισμό, 12 δευτερόλεπτα μετά τον Jordan και πολύ μπροστά από όλους τους υπόλοιπους, κοίταξε το ρολόι που έγραφε 5 χιλιόμετρα και χρόνο 16 λεπτά και 57 δευτερόλεπτα. Ήταν ένας από τους πιο γρήγορους χρόνους στην χώρα, ακόμα και από αυτούς των κοριτσιών της περσινής χρονιάς, με μόνη διαφορά ότι η Amaris ήταν ακόμα στο δημοτικό. Για την ακρίβεια, είχε αρχίσει να αγωνίζεται μόλις ένα χρόνο πριν.

Μέχρι τον αγώνα αυτόν, τον αγώνα Foot Locker στη Σάρλοτ, η Amaris είχε κάνει ήδη τον χρόνο που χρειάζόταν για να προκριθεί στο διαπολιτειακό πρωτάθλημα της Αλαμπάμα, για 80 δευτερόλεπτα, μία νίκη αντίστοιχη με μία νίκη 100 πόντων στο μπάσκετ. Τον Φεβρουάριο, αφού είχε κάνει μερικά ακόμα ρεκόρ στην Αλαμπάμα, ήταν η μόνη μαθήτρια γυμνασίου που μπήκε στην αμερικανική ομάδα κλειστού στίβου μεγάλων αποστάσεων.

Οι προπονητές της πιστεύουν ότι έχει το ταλέντο για να συμμετέχει στο πρωτάθλημα του Εθνικού Κολλεγιακού Αθλητικού Συνδέσμου των Ηνωμένων Πολιτειών, ακόμα και τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αυτά τα λένε με προσοχή, επειδή γνωρίζουν πολύ καλά ότι μία τέτοια συζήτηση σε μία δρομέα τόσο νέα έχει κινδύνους. Οι αστράγαλοι και τα καλάμια καταστρέφονται, το κίνητρο ξεθωριάζει, το σώμα μεταμορφώνεται. Αυτές είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει κάθε δρομέας που ξεκινά από νωρίς. Η Amaris, όμως, έχει άλλα προβλήματα να αντιμετωπίσει.

Την ημέρα πριν από τον αγώνα στη Σάρλοτ, ο πατέρας της, Mike, πιλότος στην πολεμική αεροπορία, την πήρε στα χέρια του σαν να ήταν μικρό κοριτσάκι και την κατέβασε 17 ορόφους, επειδή φοβόταν μπει μέσα στο ασανσέρ του ξενοδοχείου. Όλοι οι κλειστοί χώροι την κάνουν να παραλύει από φόβο και της δημιουργούν άγχος. Το πρόσωπό της γίνεται κατακόκκινο, η καρδιά της χτυπά δυνατά και όλο της το σώμα ζεσταίνεται. Την πρώτη φορά που βρέθηκε αντιμέτωπη με το ασανσέρ του ξενοδοχείου, πήγε με τις σκάλες με αποτέλεσμα να εξαντληθεί. Τη δεύτερη φορά, ο πατέρας της δεν την άφησε να ταλαιπωρήσει τον εαυτό της πριν από τον αγώνα. Όπως ανέβαιναν, την κρατούσε κοντά του και έκανε αστεία για να κάνει την καρδιά της να σταματήσει να χτυπάει τόσο γρήγορα.

Μερικούς μήνες αργότερα, η μητέρα της Amaris, Kristen, εξήγησε πως γίνεται ένα τόσο ταλαντούχο παιδί να είναι τόσο εύθραυστο. Η Kristen είναι πολύ προστατευτική και οξυδερκής με τα παιδιά της και έχει πολλούς λόγους να σκεφτεί τη μάχη που γίνεται ανάμεσα στο μυαλό και το σώμα της Amaris. «Όταν τρέχει, νομίζω ότι τρέχει μακριά από τη διαταραχή της», αναφέρει.

Όταν η Amaris ήταν τριών ετών, οι γονείς της την έβρισκαν καμιά φορά στο πάτωμα με το πρόσωπό της να κοιτάει το ταβάνι, το σώμα της να δύσκαμπτο, και με τους μυς σε όλο της το σώμα να είναι σφιγμένοι. Τα μάτια της ήταν ανοιχτά με το βλέμμα της επικεντρωμένο στη μία πλευρά; το πρόσωπό κόκκινο επειδή κρατούσε την αναπνοή της. Στη συνέχεια, έπειτα από μερικά λεπτά, σηκωνόταν και συνέχιζε να παίζει σαν να μη συμβαίνει τίποτα.

Άλλες φορές δεν άντεχε την αίσθηση μερικών υφασμάτων και υφών στο δέρμα της. Φορούσε ένα παλτό, έβγαινε έξω και έπεφτε κάτω κλαίγοντας και κλωτσώντας. Ακολούθησαν πολλά χρόνια συμβουλευτικής, τεστ και πολλών ειδών θεραπείες. Όποτε οι γιατροί πλησίαζαν στο να βρουν μία απάντηση, οι απαιτήσεις της στρατιωτικής ζωής ανάγκαζαν την οικογένεια να μετακομίσει σε άλλη πόλη και η διαδικασία ξεκινούσε από την αρχή. Κάποια στιγμή, έπειτα από έναν χρόνο προσεκτική παρατήρηση, ένας γιατρός στο Walter Reed την διέγνωσε με σύνδρομο Τουρέτ.

Παρότι πρόκειται για ένα διαδεδομένο σύνδρομο, η pop κουλτούρα παρουσιάζει το σύνδρομο Τουρέτ ως μία πάθηση με βασικό χαρακτηριστικό την χρήση υβριστικών εκφράσεων, αν και η Amaris, όπως και το 90% των ατόμων που πάσχουν από Τουρέτ, δεν βρίζει ποτέ, ούτε και λέει προσβλητικά λόγια, τα οποία δεν μπορεί να ελέγξει (το «Ω θεέ μου» είναι η πιο άσχημη φράση που χρησιμοποιεί). Αντίθετα, νιώθει την ακατανίκητη ανάγκη να μετακινεί τα μέλη του σώματός της με συγκεκριμένο τρόπο και μερικές φορές κάνει μικρούς ήχους με το λαιμό της, σαν τικ, αν και η λέξη μοιάζει πολύ λίγη. Λίγα χρόνια πριν, τα τικ της ήταν τόσο έντονα, που την ανάγκαζαν να σηκωθεί από το θρανίο της. Σπαταλούσε τόση ενέργεια να τα πολεμά που δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί στο σχολείο και ήξερε ότι τα υπόλοιπα παιδιά θεωρούσαν ότι είναι χαζή. «Είναι σαν να να έχεις ένα μικρό διαβολάκι στον ώμο σου που σου λέει να κάνει πράγματα και εσύ πρέπει να τα πολεμάς», λέει η ίδια.

Υπάρχουν παιδιά που είναι νεαροί πρεσβευτές για την Ένωση ατόμων με σύνδρομο Τουρέτ και παιδιά που γράφουν το περιοδικό που ονομάζεται «Αυτό το αναθεματισμένο τικ» (That Darn Tic), αλλά η Amaris, δεν είναι τέτοιο παιδί. Σιχαίνεται τα τικ που έχει και ειδικότερα σιχαίνεται την ιδέα ότι οι άνθρωποι πιστεύουν ότι πρέπει να τα αποδεχτεί. Εκείνη θεωρεί ότι της επιτίθενται.

Ο άστατος ύπνος είναι συχνό φαινόμενο στα άτομα που πάσχουν από σύνδρομο Τουρέτ, και οι δικοί της νυχτερινοί τρόμοι, που ξεκίνησαν στο νηπιαγωγείο και κράτησαν για αρκετά χρόνια, ήταν ανυπόφοροι. Κάθε βράδυ, 45 λεπτά αφού την έπαιρνε ο ύπνος, οι γονείς της άκουγαν τον ήχο που έκανε ενώ κατέβαινε από το κρεβάτι. Έτρεχε μέσα στο σπίτι, πάνω- κάτω τις σκάλες, ουρλιάζοντας. Έβλεπε αεροπλάνα να πετούν, να κάνουν βουτιές και πολλές φορές να πέφτουν. Μερικές φορές ήταν μέσα σε αυτά και άλλες φορές την κύκλωναν από πάνω. Ένιωθε μόνη και τρομοκρατημένη ενώ βίωνε πραγματικό πόνο, ένα ανυπόφορο κάψιμο στον αντίχειρά της. Μετά από λίγο, ηρεμούσε, γύριζε στο κρεβάτι και το πρωί δεν θυμόταν σχεδόν τίποτα.

«Είναι πολύ δυσάρεστο να βλέπεις το παιδί σου να πονάει τόσο πολύ. Ειδικά όταν αυτή η εικόνα απέχει πολύ από αυτό που είναι στην πραγματικότητα, δηλαδή ένα φανταστικό παιδί με αυτοπεποίθηση, που έχει και αυτό την πλευρά», λέει η Kristen. Και ήταν αυτή η πλευρά που την ανάγκαζε να κρύβεται. Στην τετάρτη δημοτικού η Amaris άρχισε να κουβαλάει μαζί της μία πέτρα για να τρίβει και μία τσάντα με βότανα με γλυκιά μυρωδιά, ώστε να τα πιέζει όποτε νιώθει ότι πρόκειται να κάνει ένα από τα τικ της. Την βοήθησαν λίγο. Όπως και άλλα παιδιά με σύνδρομο Τουρέτ, έχει αναπτύξει μυστικές τεχνικές για να μην είναι διαφορετική.

«Παλιά ένιωθα την ανάγκη να ανοίγω τα ποδιά σαν να κάνω διατάσεις και θυμάμαι μία φορά που προχωρούσαμε σε μία γραμμή και έπρεπε να το κάνω. Απλά έπρεπε να το κάνω κι έτσι προσποιήθηκα ότι τεντώνομαι και κάνω μερικές ασκήσεις με τα χέρια και τα πόδια και, πραγματικά, κανείς δεν είπε τίποτα», λέει η Amaris.

Ανυπομονούσε να βρεθεί μόνη της στο διάδρομο ή για λίγο στην τάξη, όταν δεν θα την έβλεπε κανείς. Τότε, μπορούσε να κουνήσει τον γοφό της ξανά και ξανά ή να ανοίξει το στόμα της όσο ανοιχτά μπορούσε ή να γυρίσει το λαιμό της σε μία μεριά τόσο δυνατά που θα της προκαλούσε, ταυτόχρονα, πόνο και ανακούφιση. Τον περισσότερο καιρό, όμως, έπρεπε να δείχνει τον καλύτερο εαυτό της και να κρατήσει τα τικ της για αργότερα. Μέχρι το τέλος κάθε σχολικής ημέρας ήταν εξουθενωμένη.

«Έμπαινα στο αυτοκίνητο της μαμάς μου και ήμουν τόσο εξουθενωμένη και εκνευρισμένη, εκνευρισμένη κυρίως με τον εαυτό μου, που μόνο φώναζα. Είχα εκρήξεις θυμού, έκανα όλα τα τικ μου και έκλαιγα. Ω Θεέ μου, ήταν απαίσιο. Θυμάμαι ότι ήμουν ενθουσιασμένη που έβλεπα τη μαμά μου, μετά φώναζα ένα “μαμά” και μετά περνούσα στην επίθεση».

«Ναι, είναι η μαμά. Ροαρρρρρ», λέει ο Mike. Είναι άλλωστε, πάγια τακτική στην οικογένεια Tyynismaa να γελούν με τα πιο δυσάρεστα κομμάτια από τις ιστορίες τους. Το κάνουν όλοι τους.

«Δεν ήθελα, όμως, να την πληγώσω. Ήμουν, απλά, συναισθηματικά φορτισμένη. Την αγαπούσα, αλλά έπρεπε να το βγάλω από μέσα μου και δυστυχώς... συγγνώμη μαμά».

«Σε αγαπάω», λέει η Kristen.

«Κι εγώ σ' αγαπώ μαμά».

Τα πράγματα δεν άλλαξαν πολύ μέχρι την τρίτη δημοτικού, όταν η οικογένεια μετακόμισε στην Αγγλία, για μία θέση στη βασιλική πολεμική αεροπορία στο Lakenheath. Στο δημοτικό σχολείο Feltwell, ξεκίνησε όπως κάθε φορά. Ήταν ήσυχη, μουρμούριζε και έκρυβε τα τικ της όσο καλύτερα μπορούσε.

Τότε η Kristen, πρότεινε να συμμετάσχει στην ομάδα ποδοσφαίρου του χωριού. Η Amaris, άρχισε να απολαμβάνει το παιχνίδι και, μάλιστα, ήταν καλή, αλλά το σημαντικότερο από όλα ήταν ότι ανακάλυψε κάτι σχετικά με το σύνδρομο Τουρέτ. Και αυτό ήταν ότι μπορούσε να το ξεχάσει για λίγο. Οι γονείς της παρατήρησαν ότι έκανε τα τικ της όταν έπαιζε άμυνα ή στεκόταν χωρίς να έχει τίποτα να κάνει, αλλά όταν ο προπονητής την έβαζε στην θέση του «πλάγιου μέσου», μία θέση που απαιτεί συνεχές τρέξιμο, δεν έκανε σχεδόν κανένα από τα τικ της. Το να βρίσκεται σε διαρκή κίνηση, την έκανε να ξεπερνά τα ακανόνιστα αντανακλαστικά του σώματός της.

Η αίσθηση του ελέγχου ήταν πρωτόγνωρη και τόσο αναζωογονητική, που κάθε φορά που πήγαινε στην προπόνηση δεν ήθελε να τελειώσει. «Ήξερα ότι μόλις τελείωνε ή αργότερα το βράδυ, θα ένιωθα την ανάγκη να κάνω αυτά τα τικ μου. Θυμάμαι ότι έλεγα στον προπονητή “προπονητή, μπορούμε να κάνουμε 5 λεπτά ακόμα;”, λέει. «Ένιωθα τόσο ελεύθερη στο γήπεδο, σαν να είχα απελευθερωθεί εντελώς».

Μερικοί αθλητές με Σύνδρομο Τουρέτ αποδίδουν σχεδόν μαγικές δυνάμεις στην αρρώστια τους. O Tim Howard, ο τερματοφύλακας την περσινής αμερικανικής ποδοσφαιρικής ομάδας του World Cup, λέει ότι το Σύνδρομο Τουρέτ του έχει δώσει όραση και αντανακλαστικά που άλλοι παίκτες απλώς δεν έχουν. Ο διάσημος φυσικός Oliver Sacks κάποτε έγραψε για έναν παίκτη πινγκ-πονγκ, του οποίου η αφύσικη ταχύτητα και ικανότητα να χτυπάει βολές που ήταν δύσκολο να χτυπηθούν, έπρεπε να συνδέονται με το ΣΤ, όπως πίστευε. Ένας λόγος είναι ότι οι άνθρωποι με Τουρέτ τείνουν επίσης να έχουν Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή (Obsessive compulsive disorder) – συμπεριλαμβανομένης της Amaris. Έχουν την ανάγκη να επαναλαμβάνουν συμπεριφορές – είτε πρόκειται για να εμποδίσουν μπάλες από το να μπουν στο δίχτυ ή να τρέχουν απίστευτα μεγάλες διαδρομές – μέχρι να κάνουν κάτι σωστά. «Δεν λέω ότι είναι καλό να το έχεις,» είπε ο Sacks σε έναν δημοσιογράφο πέρυσι, «αλλά εάν κάποιος έχει Τουρέτ, υπάρχουν πλεονεκτήματα.» Νέα έρευνα του Πανεπιστημίου του Nottingham δείχνει ότι το μυαλό των ασθενών με Τουρέτ έχει διαφορετική φυσιολογία από όλων των υπολοίπων, είναι καλύτερο στο να ελέγχει το σώμα και μεταμορφώνεται μέσα από χρόνια λειτουργίας κάτω από αντίσταση πολύ μεγαλύτερη από την κανονική.

Οι νευρολόγοι της Ένωσης Συνδρόμου Τουρέτ δεν είναι αρκετά έτοιμοι να αποδεχτούν τη σχέση μεταξύ Τουρέτ και ανώτερου αθλητισμού. Νιώθουν περισσότερο άνετα με το να λένε ότι οι άνθρωποι με ΣΤ συχνά βλέπουν τα συμπτώματά τους να υποχωρούν όταν αθλούνται ή διαφορετικά όταν συμμετέχουν σε κάτι που αποσπά την προσοχή τους από την παρόρμηση για τικ.

Το ποδόσφαιρο ησύχασε τον θόρυβο στο κεφάλι της Amaris. Αφού άρχισε να ασχολείται μαζί του, άρχισε να έχει λιγότερα τικ και εκτός γηπέδου. Τα πήγαινε καλύτερα στο σχολείο. Μιλούσε περισσότερο. Στην πραγματικότητα, μιλούσε πολύ, όπως κάνει τώρα. Στο τελευταίο παιχνίδι της στην Αγγλία, έβαλε τρία γκολ και τα άλλα παιδιά την σήκωσαν στους ώμους τους και την κουβάλησαν τριγύρω. Πριν μερικούς μήνες θα είχε μεγάλο πρόβλημα με αυτό – πολλά μικρόβια – αλλά το αγάπησε. Και μετά η οικογένειά της μετακόμισε στην Αλαμπάμα.

Τα τικ της εντάθηκαν μαζί με το άγχος και την αγωνία της επανεγκατάστασης σε μία νέα βάση, ένα νέο σπίτι, σε σχολείο χωρίς φίλους. Περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στη ζωή της, τα τικ της την εξάντλησαν. Αλλά η Αγγλία της δίδαξε κάτι. Αποφάσισε να μπει σε δύο διαφορετικές ποδοσφαιρικές ομάδες και μία ομάδα κολύμβησης.

Πολύ σύντομα, ο Mike και η Kristen άρχισαν να ακούν ιστορίες για τα αθλητικά της κατορθώματα που έμοιαζαν αδύνατα. Ειδικότερα, τους είπαν ότι στην έκτη τάξη, κατάφερε να τρέξει ένα μίλι στο σχολείο σε λιγότερα από έξι λεπτά.

«Μου αρέσει αυτός ο Issac,» λέει. «Είναι cool. Δεν τον έχω συναντήσει, αλλά... είναι πολύ ψηλός. Ναι.»

«Θεώρησα ότι ίσως να πήγε κάτι λάθος με τη διαδρομή,» λέει η Kristen. Ο Mike αρνήθηκε να το πιστέψει. Η Amaris εξοργίστηκε. Υπήρχε μια διαδρομή με μέτρηση στη βάση, και έτσι μία ζεστή μέρα της Αλαμπάμα την πήγαν έξω και την άφησαν να τρέξει. Στον πρώτο γύρο τερμάτισε με πολύ καλό χρόνο, και εντυπωσιάστηκαν αλλά δεν είχαν πειστεί. «Δεν ήμουν σίγουρος εάν θα μπορούσε να το διατηρήσει,» λέει ο Mike. Αλλά τότε πήγε πιο γρήγορα και ακόμη πιο γρήγορα και τερμάτισε σε 5.36 λεπτά.

«Τότε ήταν που ανακαλύψαμε ότι ήταν πολύ καλή,» λέει ο Mike.

Ο συγχρονισμός δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερος. Το ποδόσφαιρο είχε αρχίσει να γίνεται «πολύ» για την Amaris. Στην τελευταία ομάδα της, ήταν η μικρότερη και πάθαινε τέτοιο πανικό για το τι θα έλεγαν τα άλλα κορίτσια για το παιχνίδι της που έχασε την ευχαρίστηση και τα περισσότερα από τα οφέλη του αθλήματος. Και το κολύμπι ήταν μοναχικό: είναι δύσκολο να δεθείς με μια ομάδα όταν είσαι κάτω από το νερό όλη την ώρα.

Το τρέξιμο από την άλλη το ένιωθε ως κάτι σωστό. «Είναι του τύπου μου,» της αρέσει να λέει. Αντίθετα με εμάς τους υπόλοιπους – οι ατσούμπαλοι με τα στραβά πόδια, που περπατάμε στα δάχτυλα ή που δαγκώνουμε τα χείλη μας – δεν φαίνεται ποτέ σαν να προσπαθεί να πάει γρήγορα. Πρέπει να εστιάσει κανείς στο σκηνικό πίσω της για να κατανοήσει πόση απόσταση «καταβροχθίζει». Είναι ισορροπημένη καθ΄όλη τη διάρκεια, κάθε της πλευρά βάζει ακριβώς την ίδια ποσότητα δουλειάς σε διαστήματα που εναλλάσσονται με ακρίβεια. Δείχνει να βρίσκεται στον αέρα περισσότερο από όσο είναι στο έδαφος. Οι φωτογραφίες της Amaris από τους τερματισμούς της στους αγώνες έχουν γίνει άθελα τους διασκεδαστικές με την ομοιότητά τους: εδώ είναι το γρήγορο παιδί, με όλους τους θεατές και τους επισήμους να την κοιτάνε με ανοιχτό το στόμα.

Έχει αρχίσει ακόμη και να εκτιμά τη σκληρότητα του αθλήματος, το πώς ο πόνος και τα «φλεγόμενα» πνευμόνια τελικά ξεθωριάζουν μέχρι να γίνει ηλεκτρική, σαν να επιπλέει, αναγνωρίζοντας τον πόνο και ταυτόχρονα ανώτερη από αυτόν. Τον προηγούμενο μήνα, μου είπε για μία πρόσφατη, αποκαλυπτική συνεδρία προπόνησης. «Ήταν μία πραγματικά δύσκολη προπόνηση,» λέει, «και στο τέλος έπρεπε να κάνουμε δύο γύρους 400 μέτρων. Έτρεχα και ήμουν τόσο ευτυχισμένη. Δεν ξέρω τι ήταν, ήταν απλά εύκολο. Και καθώς έτρεχα, φώναζα, Είμαι σε μία κατάσταση ευλογίας! Δεν ξέρω, είναι απλά ... δεν νιώθεις πόνο, είσαι απλά εκεί και σκέφτεσαι τα πάντα, και είναι πολύ δύσκολο να το εξηγήσεις.»

Λόγια σαν αυτά ευχαριστούν και ταυτόχρονα τρομάζουν τον John Terino, τον προπονητή της στο Montgomery Catholic. Η Amaris είναι η πιο πετυχημένη δρομέας που είχε ποτέ του, και περνάει αρκετό χρόνο μελετώντας το μέλλον της. Το φθινόπωρο, σκέφτεται να βάλει μερικά από τα αγόρια της ομάδας να μπαίνουν μέσα στις κούρσες εξάσκησης της σε διαφορετικές στιγμές, αφού κανένας τους δεν μπορεί να συμβαδίσει μαζί της της από την αρχή μέχρι το τέλος. Καθώς την προετοιμάζει για ένα πιθανό εθνικό πρωτάθλημα του χρόνου, μελετά διάσημες κούρσες για στρατηγική.

Γνωρίζει επίσης ότι η ιστορία των νέων δρομέων που είναι παιδιά θαύματα δεν είναι απαραίτητα και ευτυχισμένη. Βλέπει το πώς η Amaris πιέζει τον εαυτό της, πόσο τελειομανής είναι και σκέφτεται: είναι αυτό κάτι που μπορεί να διατηρηθεί; Τι θα της συμβεί εάν δεν μπορεί; «Ο μεγαλύτερος φόβος μου, μόλις κατάλαβα πραγματικά το πόσο πάρα πολύ καλή είναι.» λέει, «είναι ότι δεν ήθελα να είμαι εγώ αυτός ο τύπος που θα την “σπάσει”.»

Η ΑΜΑΡΙΣ ΠΙΣΤΕΥΕΙ
ΟΤΙ ΕΧΕΙ ΝΙΚΗΣΕΙ
ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΟΥΡΕΤ.
ΑΛΛΑ ΤΟ ΜΥΑΛΟ
ΔΕΝ
ΑΛΛΑΖΕΙ
ΩΣ ΔΙΑ ΜΑΓΕΙΑΣ.

Στις διοργανώσεις, η Amaris δεν είναι ποτέ μόνη. Μπορείς πάντα να τη βρεις σε ελάχιστη απόσταση από τουλάχιστον ένα μέλος της ομάδας της. Μετά από έναν αγώνα, βάζει τη φόρμα της και στέκεται μαζί τους, χοροπηδώντας τριγύρω τους χωρίς να τους αφήνει σχεδόν ποτέ, παρά μόνο όταν μπαίνουν στο στίβο για τις δικές τους προπονήσεις. Η Amaris είχε φίλους, φυσικά, αλλά ποτέ δεν ήταν τόσο κοντά με μια τόσο μεγάλη ομάδα ανθρώπων, αγοριών και κοριτσιών. Τους αποκαλεί οικογένειά της και δεν της συμπεριφέρονται με διαφορετικό τρόπο απ' ότι σε όλους τους άλλους.

Αλλά είναι διαφορετική. Είναι μία από τους καλύτερους νεαρούς δρομείς της χώρας, πράγμα που σημαίνει ότι όλο και περισσότεροι την παρατηρούν και την αναλύουν. Μόλις πριν από λίγους μήνες έλαβε μια επιστολή από το Πανεπιστήμιο του Κάνσας, τους πρωταθλητές γυναικών στους αγώνες στίβου της NCAA (National Collegiate Athletic Association) to 2013. Τα παιδιά στο σχολείο της «κολλούσαν πέντε» στους διαδρόμους, παιδιά που δεν ήξερε. Στις συναντήσεις, τα κορίτσια την εξέταζαν από πάνω μέχρι κάτω με τα μάτια τους και ψιθύριζαν δυνατά στο μπάνιο.

Μερικές φορές η εξέταση γίνεται προσωπική. Ο κόσμος του τρεξίματος είναι από τους λίγους όπου είναι αποδεκτό για τους ενήλικες να συζητούν δημοσίως και με κλινικό χαρακτήρα τα σώματα των παιδιών. Ξένοι κάνουν εικασίες σχετικά με το μήκος των οστών, το μυϊκό σύστημα των κοιλιακών και των γλουτών, τη διάταξη των γοφών και του στήθους. Η σωματική διάπλαση της Amaris έχει γίνει αντικείμενο εκτεταμένης συζήτησης στους αγώνες και σε διαδικτυακά φόρουμ για το τρέξιμο. Στην αρχή την τρόμαζε. «LOL» έγραψε κάποτε ένας σχολιαστής σχετικά με την Amaris, σε έναν πίνακα σχολίων. «Είναι μικροσκοπική, όταν φτάσει στην εφηβεία οι χρόνοι της θα γίνουν απίστευτα πιο αργοί. Το έχω δει να συμβαίνει πολλές φορές».

Σε μια διεθνή διοργάνωση, στην οποία κέρδισε με διαφορά δύο λεπτών, ένας προπονητής παρατήρησε πως κάποιος πρέπει να της δώσει ένα σάντουιτς. Ο Mike μου είπε πως δεν είχε νιώσει ποτέ πιο ισχυρή επιθυμία να δώσει γροθιά σε κάποιον. Απάντησε πως η κόρη του είναι από τη φύση της λεπτή, βρίσκεται σε ταχεία ανάπτυξη και, παρότι δεν αφορά τον προπονητή, το Σύνδρομο Τουρέτ είχε αναγκάσει την Amaris να χρησιμοποιήσει όλα τα είδη επιπλέον θερμίδων.

Αυτού του είδους η προσοχή θα ήταν ενοχλητική για κάθε έφηβο. Πολλές μελέτες όμως έχουν δείξει πως όταν οι άνθρωποι με Σύνδρομο Τουρέτ αγχώνονται, ενθουσιάζονται, συγκινούνται ή νιώθουν απομονωμένοι -τα ίδια συναισθήματα που συχνά συνοδεύουν τη δόξα και τον πρωταθλητισμό- τα τικ τους γίνονται πιο σοβαρά. Με τη σειρά τους, τα νέα τικ αυξάνουν όλα αυτά τα συναισθήματα της απομόνωσης και ο κύκλος ξαναρχίζει.

Η απάντηση της Amaris είναι να εντάσσεται στην ομάδα όσο περισσότερο μπορεί. Αυτό που φοβάται περισσότερο από οτιδήποτε, είναι να θεωρηθεί παράξενη ή διαφορετική. Έχει αναπτύξει μια ελαφριά μορφή προφοράς της Βόρειας Αλαμπάμα -τίποτα πομπώδες, μόνο μια ιδέα. Επέπληξε ευγενικά το διευθυντή του σχολείου της επειδή ανήγγειλε μόνο τα δικά της αθλητικά επιτεύγματα και όχι εκείνα των άλλων συναθλητών της στις διοργανώσεις. Περνά πάρα πολύ χρόνο παρακολουθώντας μαθήματα μακιγιάζ στο διαδίκτυο και έχει ένα χαριτωμένα εμφανές ενδιαφέρον για τα αγόρια.

Σε μια διοργάνωση, τα πειράγματα έδιναν και έπαιρναν κάτω από τη σκηνή του Montgomery Catholic, για ένα αγόρι που δεν ήταν μέλος της ομάδας αλλά ήταν ψηλός, γυμνασμένος και πολύ γρήγορος δρομέας. Για χάρη όλων, ας τον πούμε Isaac.

«Α, α, κοίτα Amaris! Κοίτα εκεί είναι, ω Θεέ μου», πέταξε μία από τους συμπαίκτες της.

«Τρέχα Isaac!» φώναξε η Amaris.

Αργότερα, αυτή και ο πατέρας της τον είδαν να τρέχει σε μια άλλη διοργάνωση.

«Μου αρέσει αυτός ο Isaac» είπε, δοκιμάζοντας τον πατέρα της. «Είναι cool. Δεν τον έχω γνωρίσει, αλλά...»

«Είναι cool;»

«Είναι πολύ ψηλός. Ναι.»

Στην επιφάνεια, η Amaris έχει μια εξαιρετική χρονιά. Δεν έχει εμφανίσει σημαντικά τικ εδώ και μήνες, και πιστεύει πως έχει νικήσει το σύνδρομο Τουρέτ. («Μην πεις πως έγινα καλύτερα», λέει. «Πες πως έχω θεραπευτεί εντελώς, γιατί έχω θεραπευτεί».) Ο εγκέφαλος όμως δεν αλλάζει ως εκ θαύματος. Η αρχιτεκτονική του συνδρόμου Τουρέτ είναι ακόμα εκεί. Σε μια από τις συζητήσεις μας, ο πατέρας της ανέφερε το τικ στον λαιμό της και η φωνή της Amaris υψώθηκε «Ω μη, μη, ω όχι». Ο Mike ζήτησε αμέσως συγγνώμη. Η Amaris το χειρίστηκε αλλά δεν θέλει να ενσωματώσει αυτές τις αναμνήσεις στην ταυτότητα που φτιάχνει για τον εαυτό της.

Πριν ανακαλύψει το τρέξιμο, ο μεγαλύτερος αγώνας της Amaris ήταν να ελέγχει το σώμα της. Τώρα, οι προκλήσεις που συναντά τείνουν να έχουν εσωτερικό χαρακτήρα. Όπως το θέτει η Kristen, τα πράγματα που ήταν κάποτε σωματικά, τώρα είναι ψυχικά.

«Το τελευταίο της τικ συνέβη στο τέλος του περασμένου έτους, αλλά κάνει σαν να ήταν πριν από πολύ καιρό», συνεχίζει η Kristen. «Βρίσκεται σε μια περίοδο εξασθένησης και ακόμα και τώρα η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή (OCD) εμφανίστηκε και πήρε τον έλεγχο».

Για αυτόν το λόγο κρατά τα καινούργια μπουκάλια νερού δίπλα στο αυτί της όταν τα ανοίγει, για να ακούσει τη σφραγίδα να σπάει, καλού κακού. Ακόμα πλένει τα χέρια της μέχρι να κάνουν πληγές, αν και όχι τόσο συχνά όσο συνήθιζε. Αφού τελείωσε το βιβλίο «Night» του Elie Wiesel, κόλλησε με τη φρίκη του Ολοκαυτώματος και δεν μπορούσε να σταματήσει να μιλά για αυτό επί εβδομάδες. Μερικές φορές, λέει η Kristen, κάποια πράγματα την απασχολούν ολοκληρωτικά, μέχρι τελικής πτώσεως..

Ένα μείζον μέλημα αυτή τη στιγμή είναι η προοπτική της μετακόμισης. Η οικογένεια ζει στο Μοντγκόμερι από τότε που η Amaris πήγαινε στην πέμπτη τάξη, ένα πραγματικά μεγάλο χρονικό διάστημα για αυτήν, ενώ ζητά συνεχώς από τον μπαμπά της να αποσυρθεί από τον στρατό. Δεν το κάνει με τρόπο που δείχνει κακομαθημένο παιδί, αλλά με αυτόν τον τυχαίο τρόπο κατά τον οποίο οι άνθρωποι δεν μπορούν να μην αναφερθούν σε αυτό που σκέφτονται συνεχώς. Ούτως ή άλλως ο Mike έλειπε στον πόλεμο για σχεδόν το ένα τρίτο της ζωής της. «Για αυτό η Amaris είναι τόσο κουρασμένη μερικές φορές», λέει η Kristen. Η σκέψη να ξεκινήσει από την αρχή, σε ένα νέο μέρος, σε ένα νέο σχολείο, με νέους ανθρώπους «είναι ένα έναυσμα».

Όταν ρώτησα την Amaris για το πώς χειρίζεται την πίεση, ιδίως τις προσδοκίες που εναποθέτουν πάνω της όσον αφορά το τρέξιμο, ήταν ιδιαίτερα αισιόδοξη. «Τα σώματα μερικών ανθρώπων δεν αλλάζουν τόσο πολύ, αλλά τα σώματα κάποιων άλλων αλλάζουν και είναι θέλημα Θεού να συμβεί αυτό» λέει. «Οπότε, ποιος ξέρει; Τα πάντα μπορεί να συμβούν».

Οι γονείς της δεν ανησυχούν για το αν θα ακολουθήσει σταδιοδρομία ως αθλήτρια. Ανησυχούν όμως για τις προσδοκίες που υπάρχουν από το γεγονός πως η Amaris έχει γίνει μία από τις καλύτερες δρομείς της χώρας, και φοβούνται ότι οι απαιτήσεις μπορεί να γίνουν πιεστικές και να χαθεί ο έλεγχος. Ξέρουν πόσο έχει καλυτερέψει τη ζωή της Amaris το τρέξιμο. Απλά δεν θέλουν να την εξαντλήσει ψυχικά.

Στο μεταξύ, η Amaris διαβάζει εμπνευσμένα αποσπάσματα από ένα βιβλίο με θέμα την ευτυχία που της έδωσε η μητέρα της και ζωγραφίζει σκίτσα χαμογελαστών κοριτσιών στο πόδι της κατά τη διάρκεια του σχολείου. Βάζει ακόμη και τα δυνατά της για να ανέχεται τη γενικότερη χυδαιότητα των αγοριών της ομάδας της -το φύσημα της μύξας, τις ροχάλες και το φτύσιμο -τη μέρα που της έριξαν λάσπη στο πρόσωπο λέγοντάς της πως είναι κοπριά αγελάδας. «Φρίκαρε» λέει ο Winston Wright, ο γιος του προπονητή της στο στίβο και φτασμένος δρομέας. «Αλλά ήταν και σαν να είναι μία από εμάς».

Όταν το όπλο εκπυρσοκρότησε, η Amaris εκτινάχθηκε. Ήταν η πρώτη εξωτερική διοργάνωση της σεζόν και έτρεχε 1.600 μέτρα εναντίον μιας ομάδας κοριτσιών που συμπεριλάμβαναν την Kaitlin York, μια δυνατή, ισχυρή τελειόφοιτο της Χριστιανικής Ακαδημίας και ένα από τα λίγα άτομα στην πολιτεία που μπορούν να την ανταγωνιστούν. Περίμενε αυτόν τον αγώνα από τότε που απέτυχε να σπάσει το ρεκόρ των 5 λεπτών στα 1.600 μέτρα πριν από λίγες εβδομάδες. Την ενοχλούσε.

Πριν από τον αγώνα, μου είπε πως ήταν κρυωμένη και πως την πονούσαν οι κνήμες της -και πως αυτά ήταν εξαιρετικά νέα. Την προηγούμενη εβδομάδα ένιωθε απόλυτα υγιής και ως εκ τούτου εντελώς ακαθοδήγητη. «Ξέχασα πώς να τρέχω» είπε. «Είμαι τόσο συνηθισμένη στο να αισθάνομαι κάποιο πόνο, έτσι ώστε όποτε δεν είναι εκεί, δεν νιώθω καλά».

Για τους δύο πρώτους γύρους, η Kaitlin κόντραρε στα ίσα την Amaris. Κανείς άλλος δεν ήταν κοντά της, αλλά η Kaitlin έμοιαζε να είναι στην τσίτα. Τα χέρια της ήταν σφιγμένα. Της Amaris ήταν χαλαρά, ανοιχτά.

Στην αρχή του τρίτου γύρου, ο προπονητής της Amaris της είπε να χαμογελάσει, και το έκανε. «Τώρα δώσε μου διαχωρισμό», της φώναξε, και το έκανε.

Πριν όμως φύγει πολύ μακριά, η Amaris είπε «Καλή δουλειά, Kaitlin» αρκετά δυνατά για να την ακούσει. Η Kaitlin δεν απάντησε.

«Αναστατώθηκα κάπως από αυτό», μου είπε αργότερα η Amaris.

«Amaris, ξέρεις τι είναι να “την λες” σε κάποιον;»

«Ναι! Αλλά όχι! Ήμουν απλά χαρούμενη για αυτήν.»

«Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν συγχαίρουν ο ένας τον άλλο κατά τη διάρκεια των αγώνων» είπα.

«Ήταν ωραίο να τρέχω μαζί με κάποιον» απάντησε, πιο ήσυχα, και λίγο πληγωμένη.

Ο τελευταίος γύρος ήταν ένα θαύμα. Η Kaitlin έπεσε κατά 9” και οι υπόλοιποι έμειναν πολύ πιο πίσω μέχρι που, από τα περισσότερα σημεία που προσέφεραν πλεονεκτική θέα, ήταν αδύνατο να έχεις στο οπτικό σου πεδίο την Amaris και όλους τους άλλους, ταυτόχρονα. Ήταν μόνη της ξανά. Κάθε σημάδι προσπάθειας είχε υποχωρήσει από το πρόσωπό της. Είχε απλά φύγει, στο δικό της κόσμο. Ο προπονητής Terino αποκαλεί αυτή την έκφραση «η ευτυχία του να διασχίζει τη γη υπό τη δική της δύναμη και τον έλεγχό της». Τερμάτισε σε 4:59:50.

Καθώς περνούσε τη γραμμή του τερματισμού, η Amaris άφησε έναν τσιριχτό ήχο. Δεν ήταν τικ, ήταν κάτι καλύτερο αν και εξίσου περίεργο. «Ναι!». Απλά μια μικρή έκρηξη, με το κεφάλι της να πετάγεται προς τα πίσω. Νόμιζε πως το φώναζε, αλλά δεν ακούστηκε με αυτόν τον τρόπο.

Κατά την επιστροφή στο σπίτι με το minivan, η Amaris έλεγε σε εμένα και στον Mike πόσο σιχαίνεται τα ψώνια για οτιδήποτε άλλο πέρα από εξοπλισμό για τρέξιμο. Τότε όμως περάσαμε έξω από ένα πολυκατάστημα και ρώτησε αν μπορούσε να ρίξει μια ματιά.

Μέσα στο μαγαζί, πέρασε ανάμεσα από τα γυναικεία ρούχα, αρχικά πολύ γρήγορα. Άγγιξε κάποια σορτς, κάποιες μπλούζες και φούστες πριν τα αφήσει και προχωρήσει. «Δεν υπάρχει τίποτα που να σιχαίνομαι περισσότερο από τα ψώνια» μου είπε ο Mike, αν και έμοιαζε χαρούμενος βλέποντας την κόρη του ανάμεσα στα ράφια. Η Amaris επιβράδυνε και άρχισε να εξετάζει τα ρούχα μπροστά της, κομμάτια που προφανώς απευθύνονταν σε πολύ μεγαλύτερες γυναίκες. Επικεντρώθηκε σε μια πλεκτή, σκούρα πράσινη μπλούζα με μακριά ουρά που είχε τρύπες στο μέγεθος νομίσματος.

«Αυτή είναι τόσο περίεργη, μου αρέσει. Θα πρέπει να φοράω μπλούζα ή πουκάμισο από μέσα;»

«Ναι, θα πρέπει», είπε ο μπαμπάς της. «Οπωσδήποτε».

«OK», είπε γελώντας.

Ο Mike της έδειξε ένα T-Shirt με μια νεκροκεφαλή με μουστάκι με στολίδια.

«Τι λες για αυτό;» την ρώτησε.

«Όχι» είπε. «Ίου». Ένα φόρεμα στο στυλ της Ντόροθι από τον Μάγο του Οζ απορρίφθηκε. Μαζί του αρκετά τυλιχτά φορέματα, μερικές υπερβολικά κοντές φούστες και πουκάμισα που θα ταίριαζαν σε μία μεσίτρια.

Συνέχιζε να επιστρέφει σε εκείνη τη μπλούζα με τις τρύπες. «Μου αρέσει πραγματικά αυτή μπαμπά. Δεν σου φαίνεται παράξενη;»

«Ναι.»

Την κράτησε ψηλά, δείχνοντας να το σκέφτεται. Έμοιαζε με παράσταση, σαν να την ενδιέφερε περισσότερο το να δοκιμάσει την ιδέα του ρούχου από το ίδιο το ρούχο. Το πίεσε πάνω στο σώμα της.

«Είναι τόσο παράξενο» είπε, τελικά. «Είναι τόσο εγώ».

Credits

Duncan Murrell συνεργάζεται με τα περιοδικά Harper's Magazine, The Oxford American, και The Normal School. Ζει στο Pittsboro της Βόρειας Καρολίνα.
Ο Maciek Jasik είναι φωτογράφος με έδρα το Brooklyn. Η δουλειά του έχει δημοσιευθεί μεταξύ άλλων στα περιοδικά New York, Adweek, Variety, Bullett και Wired.
En
SELECT LANGUAGE